Άλλο χρηματιστήριο, άλλο σινεμά
Εφη Θώδη και ξερό ψωμί ;-)

Ας με συμπαθάει και η Εφημερίδα, και η Σταυρούλα Παπασπύρου για το clopyright, αλλά όταν μιλάει τόσο σπάνια ο "Σταυρής" και μάλιστα στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, ακούμε (έστω, διαβάζουμε)!

ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΣΙΩΛΗΣ

«Αλλο χρηματιστήριο, άλλο σινεμά»

της Σταυρούλας Παπασπύρου

«Φτάσαμεεε!». Την ερχόμενη Παρασκευή, η πιο πρόσφατη ταινία του Σταύρου Τσιώλη, έργο χυμώδες, ανάλαφρο και αποσπασματικό, επικεντρωμένο στο γλέντι του λαϊκού τραγουδιού -το επονομαζόμενο και «σκυλάδικο»- φτάνει επιτέλους στις αίθουσες. Ομως ο σκηνοθέτης της είναι αλλού. Ο πάλαι ποτέ «εργάτης» της βιομηχανίας Φίνος Φιλμ («Ο μικρός δραπέτης», «Κατάχρηση εξουσίας») αλλά και από τους στυλοβάτες, αργότερα, του ανεξάρτητου ελληνικού σινεμά («Μια τόσο μακρινή απουσία», «Ερωτας στη χουρμαδιά»), κατά καιρούς στιχουργός (για τραγούδια του Ρέμου ή της Πίτσας Παπαδοπούλου) και επί χρόνια υπάλληλος χρηματιστηριακών εταιρειών, είναι έτοιμος για μία ακόμα στροφή στην καριέρα του: βάζει πλώρη για το θέατρο. Σκαρώνει διαλόγους και μονόπρακτα, ανασκαλεύει ιστορίες από το παρελθόν και, μ' ενθουσιασμό μικρού παιδιού, χαράζει το μονοπάτι που θα περπατάει στα γεράματα. Οσο για το «Φτάσαμεεε», «δεν το αποκηρύσσω ακριβώς, αλλά -πώς να το πω;- πρόκειται για ταινία με... ειδικές ανάγκες».

- Θα μας το εξηγήσετε κάπως αυτό;

«Η ταινία ήταν να γυριστεί το '94. Τότε είχαμε καταθέσει με τον Βακαλόπουλο το σενάριο στο Κέντρο Κινηματογράφου. Οταν εκείνος πέθανε, το απέσυρα. Οι παραγωγοί μου, ο Σαμιώτης και ο Βασιλείου, με την επιμονή τους, μ' έβαλαν ξανά στην ιστορία... Με τον Χρήστο θέλαμε να τιμήσουμε τους περιφρονημένους που ζουν στις παρυφές, που τραγουδούν στα λαϊκά μαγαζιά της Εθνικής Οδού, στους γάμους και τα πανηγύρια, αυτούς που αντιστέκονται στις επιταγές των εταιρειών και συνεχίζουν να τροφοδοτούν τον μουσικό μας πολιτισμό. Στη δεκαετία που μεσολάβησε, όμως, ο κόσμος άλλαξε, χαλάσανε κι αυτοί, κι εγώ είδηση δεν πήρα! Γίναν οι "σκυλάδες" μαέστροι στα πρώτα ονόματα της πίστας. Κι εμφανίστηκαν μπροστά μου με τις κουρσάρες τους, ανήμποροι να ενωθούν μεταξύ τους. Ερχονταν στο γύρισμα ξενυχτισμένοι, με διαλείψεις μνήμης, κι είτε φωνάζαν δυνατά, είτε κλαίγανε. Γι' αυτό έκλαιγαν τόσο συχνά κι οι ηθοποιοί της "Λάμψης", του δασκάλου μου του Φώσκολου. Επειδή οι άνθρωποι δεν προλάβαιναν να μάθουν τα λόγια τους!»

- Νιώσατε εξαρχής ότι το παιχνίδι είναι χαμένο;

«Από την πρώτη μέρα των γυρισμάτων κατάλαβα ότι είχα πιαστεί σε παγίδα. Εκανα το μεγάλο λάθος να πάω στο κέντρο της Λιβαδειάς και να πνιγώ σ' ένα κομματάκι χώρου. Εσφυζε από ζωή το μέρος γύρω μας -χιλιάδες νέοι στις καφετέριες, κραυγές για τον θρίαμβο της Εθνικής στο Euro, συνθήματα από συγκεντρώσεις του ΚΚΕ- κι αυτή η ζωή δεν είχε θέση στην ταινία. Η ευγένεια όλων, βεβαίως, θα μου μείνει αξέχαστη. Ομως τη Λιβαδειά δεν την αφορά ο κινηματογράφος. Ολη της η περηφάνια εξαντλείται στο ότι ο Λεβαδειακός πέρασε στην πρώτη κατηγορία, ενώ η μοναδική της αίθουσα, όπου σπουδαίες ταινίες παίζονται μπροστά σε έξι θεατές, όπου να 'ναι θα βάλει λουκέτο».

«Ανεξάρτητο σινεμά δεν υπάρχει πια στην Ελλάδα»

- Εσάς ποια ταινία σάς εντυπωσίασε τελευταία;

«Αυτή του Κλιντ Ιστγουντ με τη νεαρή πυγμάχο. Συγκλονιστική».

- Τις «Νύφες» τις είδατε;

«Οχι ακόμα. Εξαιτίας του Σκορσέζε, που απ' ό,τι πληροφορήθηκα δεν έβαλε το χέρι στην τσέπη για να βοηθήσει τον Παντελή. Ξέρετε γιατί δεν τον χωνεύω; Επειδή έχει, λέει, δύο γραμματείς για να του κωδικοποιούν τις σημειώσεις του! Για να θυμηθούμε όμως και τον Εζρα Πάουντ, "ποιος είμαι εγώ για να σε καταδικάσω, ω Κροίσε/ εγώ που είμαι τόσο πικραμένος απ' τη φτώχεια/ όσο κι εσύ από τ' άχρηστα πλούτη"»...

- Γεγονός είναι πως και το «Φτάσαμεεε» είναι μια παραγωγή με τα όλα της. Ο δρόμος του ανεξάρτητου κινηματογράφου είναι τελικά ουτοπικός;

«Αυτό που με είχε συγκινήσει εμένα στον Τορνέ και τον Βακαλόπουλο ήταν η πίστη τους ότι σημασία πάνω απ' όλα έχει να γυρίζουμε ταινίες, ότι αυτό και μόνο είναι μια νίκη. Μια νίκη που προϋποθέτει, βεβαίως, την ανθρώπινη προσφορά. Εγώ, λοιπόν, από την μια μεριά είχα για στήριγμα αυτούς τους δύο, κι από την άλλη τη δουλειά μου στο Χρηματιστήριο -αντικριστής ήμουν, μετέφερα εντολές- για τ' άγονα διαστήματα. Οταν εκείνοι έφυγαν, μου ήταν δύσκολο να κρατήσω την ίδια στάση. Δεν είδατε πόσοι κάηκαν απ' τον ίδιο πόνο; Ο Κανελλόπουλος, ο Λιαρόπουλος, η Λιάππα, η Μαρκετάκη... Οι αδύναμοι επιστρέφουν σ' αυτό που ξέρουν. Κι εγώ ό,τι ήξερα, στον Φίνο το είχα μάθει. Επέστρεψα λοιπόν στην οργανωμένη παραγωγή. Ο ανεξάρτητος κινηματογράφος, μια πυγολαμπίδα που έλαμψε στο σκοτάδι ήταν, και πάει».

- Οι αρκάδες συντοπίτες σας, ο Πέτρος Τατούλης και ο Θανάσης Βαλτινός, σας εμπνέουν εμπιστοσύνη όπως χειρίζονται τα κινηματογραφικά;

«Θα σας απαντήσω αλλιώς. Στο βάθος της ψυχής μου πάντα πίστευα ότι το κράτος δεν θα έπρεπε ν' ανακατεύεται με το σινεμά. Δίχως τη δική του ενίσχυση, κάτι θα εφευρίσκαμε. Μπορεί και θαύματα να κάναμε. Μπορεί και να τη στήναμε έξω από τα κανάλια και να τα σπάγαμε όλα μέχρι να μας αποδώσουν το 1,5%. Ενώ τώρα εφησυχάζουμε. Και επιπλέον, μας περιφρονεί ο κόσμος επειδή τρώμε τα λεφτά των φορολογουμένων. Δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει να καταργηθεί το Κέντρο Κινηματογράφου. Καθώς όμως υπάρχει, οι δυνάμεις που κάποια παιδιά κρύβουν μέσα τους δεν μπορούν ν' απελευθερωθούν».

- Επόμενα κινηματογραφικά σχέδια έχετε; Την εμπειρία σας από το Χρηματιστήριο, τι λέτε, θα την περάσατε ποτέ στην οθόνη;

«Σοβαρολογείτε; Μα είναι ένας κόσμος δίχως ίχνος ανθρωπιάς. Ακόμα κι η ταινία του Ολιβερ Στόουν (σ.σ.: "Wall street"), μου φάνηκε αστεία! Εκρυψε την αλήθεια. Πόσες φορές αυτοί που υπηρετούσα, είτε στο γραφείο του πατέρα Κουμανταρέα, είτε στου Πορταλάκη, μ' έκλεψαν! Αγόραζε, αγόραζε, μου έλεγαν, κι εκείνοι πουλούσαν! Βρε, σε μένα το κάνετε; Πρέπει να επιβιώσουμε, απαντούσαν, εδώ είναι χρηματιστήριο όχι κινηματογράφος. Είχα την αφέλεια να πιστέψω ότι αυτός ο λαός που τόσο πόνεσε, θα έπαιρνε επιτέλους κάποιο μερίδιο από τον τεράστιο πλούτο που καρπώνονταν διακόσιες οικογένειες. Και φυσικά, κατασπαράχτηκε. Ε, πώς ν' αγαπήσεις έναν τέτοιο χώρο; Πάντως, εξακολουθώ να έχω 1.000 ευρώ που τα κινώ».

- Τι ετοιμάζετε λοιπόν;

«Γράφω ένα σενάριο, το "Οι ντετέκτιβς και η Αννα", μαζί με την Μαρία Γαβαλά. Θα 'ναι η τελευταία ταινία μου, κάτι σαν κρυφή διαθήκη. Τώρα που γέρασα λέω ν' αφήσω το σινεμά και να στραφώ στο θέατρο. Εχω στο νου μου ένα μονόπρακτο εμπνευσμένο από μια τρόφιμο ψυχιατρείου στην Τούμπα, μασκότ όπως πληροφορήθηκα των Παοκτζήδων. Την γνώρισα τυχαία πριν από δέκα χρόνια στον Σταθμό Λαρίσης, μόνη ανάμεσα σε 2.500 οπαδούς του ΠΑΟΚ, πολιορκημένους από φανατικούς Ολυμπιακούς. Κρατούσε ένα αυτόγραφο του Ρουβά στα χέρια, κι αναρωτιόταν γιατί ο Σάκης δεν είχε απαντήσει σε γράμμα της... Το πρότεινα κάποτε στην Ολια Λαζαρίδου, αλλά το φοβήθηκε. Τώρα σκέπτομαι να το πάω στον Χουβαρδά, που το θέατρό του πολύ το εκτιμώ». - Εν τω μεταξύ, πάντως, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ήδη ανακοίνωσε πως θ' ανεβάσει το χειμώνα μια κωμωδία σας...

«Τελειώνοντας το "Φτάσαμεεε" δεν είχαμε μία. Παίρνει λοιπόν ο παραγωγός ο Βασιλείου μια παραγγελία για μια κωμική τηλεοπτική σειρά -φτηνή θα ήταν, 36 επεισόδια στο ίδιο πάντα σκηνικό. Εγραψα τα τρία πρώτα μέσα σ' έξι μήνες, τα δείχνουμε και μας λένε "τι είναι αυτά; Θέλουμε κάτι πιο λαϊκό". Επιασα τότε να τα διασκευάσω σε θεατρικό. Ετσι προέκυψαν τα "Κοκκινομπλέ πατίνια", που μου πήραν άλλους έξι μήνες δουλειά. Πριν εμφανιστεί, όμως, ο Θεοδωρόπουλος, σχεδιάζαμε να τα παρουσιάσουμε με τον Ζουγανέλη στο Γκαγκάριν ως παράσταση-καλτ. Κι ακόμα πιο πριν, τα είχαμε καταθέσει στο Εθνικό Θέατρο. Ομως ο πρόεδρος μ' επιστολή του, μου μήνυσε ευγενικά "θα περιμένουμε επόμενη δουλειά σας"...»

- Παρένθεση: συναντηθήκατε ποτέ με τον Νίκο Κούρκουλο από την εποχή της «Κατάχρησης εξουσίας»;

«Μέσα σε τριάντα πέντε χρόνια, διασταυρωθήκαμε κάποτε τυχαία στον περιφερειακό του Λυκαβητού. Βάλαμε κι οι δυο τα κλάματα κι ουδέποτε ξαναειδωθήκαμε. Πώς θα ήταν δυνατόν να έχουμε επαφή;»

- Τι θέμα έχουν τα «Κοκκινομπλέ πατίνια»;

«Κεντρικό πρόσωπο είναι ένας 48χρονος, γι' άλλους ηλίθιος, για μένα περισσότερο αθώος απ' όσο πρέπει, που κερδίζει δώρο από μια τράπεζα ένα ζευγάρι πατίνια. Μη γνωρίζοντας πώς να τα χρησιμοποιήσει ζητά τη βοήθεια τρίτων. Από δω προκύπτει το γέλιο: από την εμπιστοσύνη που δείχνει στους ανθρώπους. Οχι μόνο δεν λύνει το πρόβλημά του, αλλά φορτώνεται ξένα βάσανα με ευγένεια και καρτερικότητα. Ωσπου στο τέλος, αποκαλύπτεται κι ο δικός του βαθύτερος καημός, ο παιδικός του έρωτας για μια ξαδέλφη του...»

- Σαν να λέτε και πάλι, ότι πίσω από τον πόνο πάντα μια γυναίκα κρύβεται...

«Εγώ τις λατρεύω τις γυναίκες, αλλά η αλήθεια είναι πως όλες με πλήγωσαν. Ισως γι' αυτό νοσταλγώ όσο ποτέ την Χρυσούλα, την μόνη που με αγάπησε ενώ εγώ ούτε σημασία δεν της έδωσα. Ηρθε το 1959 από την Τρίπολη να με βρει στην Κυψέλη και εγώ την έδιωξα. Ακόμα ακούω το σούρσιμο της βαλιτσούλας της, καθώς κατέβαινε τις σκάλες μία μία. Τη μεγαλύτερη ευτυχία, τελικά, την βρήκα στην αντρική φιλία. Τέτοιες φιλίες, όμως, δημιουργούνται στον πόλεμο, στη μάχη, όχι σε... γεύματα, όπου ο άλλος προσφέρει επειδή του περισσεύει. Γι' αυτό κι όταν με κάλεσε ο Θεοδωρόπουλος να βγούμε έξω να φάμε, αρνήθηκα. Καλά δεν έκανα;»

7 - 25/09/2005
Copyright © 2004 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Και σιδερένιος!


 


Ἐν ἀρχῄ ἤν τό Χάος…


Ο άλλος λέει ότι τα UFO
είναι οι πανάρχαιοι Ελληνες
που γυρίζουν από τα διαπλανητικά τους ταξίδια…

 

…καί ἐγένετο blog!