Στα κουφά! Στο βρόντο! Στα χτισμένα με τοίχους αυτιά τους!
Κι αν έχασα... Κι αν πλήρωσα... Ατέλειωτες ώρες να σού λέω για το τίμημα. Μα είδα από τότε, τριάντα τόσα χρόνια πριν, ότι αυτό το κουμάσι, γιατριά δεν παίρνει. Οτι δεν θέλει να πάει μπροστά. Εκεί τού αρέσει, στη χλιδοστόλιστη μιζέρια, στο ξεφούσκωτο όνειρο, στη θολούρα του πάτου να ζει! Και να νομίζει ότι επιπλέει!
Κι έρχεται κάθε μέρα η άθλια πραγματικότητα που ένοχα συντηρεί, να μού λέει ότι είχα δίκιο. Οτι όσα χρόνια κι αν περάσουν, αυτό το ερείπιο δεν πρόκειται να ορθοποδήσει!
Δεν θέλω να έχω δίκιο! Θέλω ψεύτη να με βγάλει! Θέλω να μού δείξει ένα άλλο πρόσωπο! Μα δε μπορεί! Δεν έχει άλλο πρόσωπο!
Μού γυρίζει την πλάτη και χάνεται, κουνώντας σημαιάκια και τραγουδώντας ανέμελα. Αφελές, στο κατόπι του τυχαίου αυλοπαίχτη, που τον οδηγεί σε καινούργιους φαιδρούς, αναιμικούς αγώνες. Κοπάδι στη σφαγή του μεγάλου πανηγυριού!
Και ανίκανο να κάνει και τα πιο απλά, τα πιο αυτονόητα. Αυτά που λέει ότι πιστεύει! Τώρα κλαψουρίζει για την Αμαλία...
Γι'αυτό σού λέω... ό,τι και να πω, ένα πάντα μού μένει στο τέλος...
ΣΩΣΤΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΑΠ'ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ